Πέμπτη, Απριλίου 05, 2007

Εκ πτώσεως πτώμα


Kινήσεις στον αέρα, υπό τις αγές και υπό την αιγίδα, η περηφάνια των εξαρτημάτων, ελευθερία για τις διεσταλμένες κόρες στο μονοπάτι της εκτύφλωσης, με τις πεταλούδες να καίγονται στη λάμπα. Δεν αφουγκράζομαι, δεν πιστεύω σε ψιθύρους, ένα βουητό όλα, όμοια βόμβος μελλοντικής ατομικής ενέργειας.

Επικαιροφυλακτώντας τα κανάλια μιας νέας Βενετίας, μιας μελλοντικής Ατλαντίδος, τα γεμάτα γλάστρες και γόνδολες, ξεναγούν αυτούς που θα πολεμούσαν στη σκιά, που θα κοιμόντουσαν στον Άδη, στο μουσείο της ασπίδας. Εκεί, επειδή κανείς πια δεν κατανοεί, προνοεί, επινοεί ή και παρανοεί, χαλαρά ο Μορφέας θα τους ξαπλώσει σε αυτές, θα προσφέρει όνειρα σ'αυτούς που κοιμούνται εν αγνοία τους ήδη... Η πεταλούδα στη λάμπα ξεφτιλίζεται, τα φτερά της ξεφτίζουν, η πτήση κουραστική κι η ζέστη αφόρητα ποθητή και πραγματοποιήσιμη.


Κάπου αλλού λάμψη και κρότος, ένας βόμβος που σβήνει, το κλάμα που σώπασε κι έγινε σκιά στις σκάλες, η φωνή που έγινε ένα με τον καθρέφτη κι έπειτα έσπασε μαζί του σε κομμάτια, η πόλη που ερήμωσε και γέμισε σκιές κι οι νότες σαν άνεμος πλέον, μόνο ανάμεσα στα σπασμένα της τζάμια και σ'οτιδήποτε άψυχο επέζησε. Η πεταλούδα παραδίδεται στη βαρύτητα, η γαλή παραμονεύει με το βλέμμα καρφωμένο καλύτερα κι από κάθε πίνακα τέχνης. Η πτώση συνεχίζεται με ολοένα μεγαλύτερη ταχύτητα κι η πεταλούδα σκάει με κρότο στο χώμα. Ο μοναδικός θεατής αποστρέφεται το αποτέλεσμα, τρομάζει και φεύγει ξεκαρφώνοντας το βλέμμα της επιθυμίας.



Η πεταλούδα θα γίνει σκιά ανάμεσα σε πέτρες κι εκατομμύρια χρόνια μετά κάποιος θεός θα την συναντήσει για να κατανοήσει το ακατανόητο. Λένε κάποιοι πως οι σκιές είναι κολημένες πάντα πάνω σε κάτι, είναι καταδικασμένες ανυπαρξίες, θαρρείς κι ότι υπήρξε... δεν ήταν, δεν είναι, δεν θα είναι εν τέλει κολημένο σε κάτι. Είμαστε καταδικασμένοι να υποστούμε την ατομική ενέργεια του καθενός μας με την δικαιολογία ότι καμμία υπέρμετρη λάμψη δεν θα υπάρξει χωρίς να σχηματίσει ταυτόχρονα σκιές απόλυτης φρίκης...